H Toυρκία μεταξύ «αμερικανικής σφύρας» και «ευρωπαϊκού άκμονος» ;

Η αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο εκτιμάται ότι θα αποτελέσει σημείο καμπής για την πολιτική των ΗΠΑ. Ειδικά στην εξωτερική πολιτική η εκλογή Μπάιντεν στο τιμόνι της υπερδύναμης του πλανήτη αναμένεται να αλλάξει πολλά, μεταξύ των οποίων θα περιληφθεί σε ένα βαθμό και η σημερινή μορφή των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας. Απ’ την άλλη και στην Ευρώπη ορισμένοι θεωρούν πως έχει φτάσει ο κόμπος στο χτένι στις σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία και ότι η ισχύουσα κατάσταση πρέπει να αλλάξει. Ωστόσο, η αναμόρφωση των ισορροπιών μεταξύ της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών με την Άγκυρα δύσκολα να οδηγήσει την Τουρκία να βρεθεί πλήρως μεταξύ «αμερικανικής σφύρας» και «ευρωπαϊκού άκμονος», γιατί, ότι κι αν κάνει, θα παραμένει χρήσιμη.

Του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου

Η νέα πραγματικότητα με τις ΗΠΑ   

Ορισμένες αλλαγές στην νέα πολιτική της Ουάσιγκτον για την περιοχή μας και σε σχέση με την Τουρκία πρέπει να θεωρούνται δεδομένες. Π.χ. οι περισσότερες δεξαμενές σκέψεις προβλέπουν ότι οι ΗΠΑ θα αναζητήσουν έναν πιο ενεργό ρόλο στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Αυτό από μόνον του περιορίζει το κενό που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια και το οποίο εκμεταλλεύτηκε ο Ερντογάν επιχειρώντας να δημιουργήσει τετελεσμένα στην περιοχή.

Ακόμη, σε μία προεδρία Μπάιντεν τελειώνουν οι στενοί προσωπικοί δεσμοί του Προέδρου  με τον Ερντογάν και οι προσωπικές χάρες της περιόδου Τραμπ. Αυτές αφορούσαν π.χ.  το φρενάρισμα των αμερικανικών κυρώσεων  που θέσπισε το Κογκρέσο κατά της Τουρκίας για την αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400 ή  ένα μεγάλο πρόστιμο για το σκάνδαλο με την τουρκική τράπεζα Hulkbank, την οποία οι αμερικανικές αρχές κατηγορούν ότι διευκόλυνε το Ιράν να ξεπερνά το οικονομικό εμπάργκο των ΗΠΑ.

Επίσης, στο πρόσφατo παρελθόν η Άγκυρα προκάλεσε πολλές φορές τις ΗΠΑ, αλλά ο Τραμπ, παρά τις απειλές, δεν προχώρησε ποτέ σε πράξεις. Π.χ.  ο Αμερικανός πρόεδρος είχε απειλήσει ότι θα «καταστρέψει οικονομικά» την Τουρκία σε περίπτωση που εισβάλλει στη βόρεια Συρία. Παρόλα αυτά,  η Άγκυρα ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2019 στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της κουρδικής παραστρατιωτικής οργάνωσης YPG, στενό σύμμαχο των Αμερικανών και η τουρκική διπλωματία απέτρεψε τα χειρότερα. Έτσι σε συνάντηση, μετά λίγες μέρες, στην Άγκυρα, μεταξύ του προέδρου Ερντογάν και του Αμερικανού Αντιπροέδρου Μάικ Πενς συμφωνήθηκε πενθήμερη εκεχειρία στη βόρεια Συρία για τη δημιουργία ζώνης ασφαλείας από την οποία θα αποσύρονταν οι δυνάμεις της YPG. Ως αντάλλαγμα οι ΗΠΑ δεν επέβαλλαν κυρώσεις στη Τουρκία. Τελικά η μόνη κύρωση που υπέστη η Τουρκία για όσα έχει κάνει τα τελευταία χρόνια ήταν η αποβολή της από το πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35, αλλά κι αυτό μόνον εξαιτίας της αγοράς των S400.

Ο Τζο Μπάιντεν, από την πλευρά του, έχει τηρήσει  επικριτική στάση έναντι της Τουρκίας. Π.χ. τον περασμένο Δεκέμβριο προσκεκλημένος σε εκπομπή της αμερικανικής τηλεόρασης, ως υποψήφιος τότε των Δημοκρατικών, είχε χαρακτήρισε τον Τούρκο Πρόεδρο «αυταρχικό», καλώντας ταυτόχρονα την αντιπολίτευση στην Τουρκία να «νικήσει τον Ερντογάν».

Επίσης, ο ορισθείς από τον Μπάιντεν για νέος Υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν είχε το 2017 τοποθετηθεί υπέρ μιας προσέγγισης, όπου οι ΗΠΑ ταυτόχρονα θα υποστήριζαν τις κουρδικές πολιτοφυλακές στην απελευθέρωση της Ράκα από το Ισλαμικό Κράτος αλλά και θα στήριζαν την προσπάθεια της Τουρκίας να αποκτήσει μια βάση στην συριακή πόλη Αλ-Μπαμπ, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία. Απ΄ την άλλη είχε υποστηρίξει ότι εάν οι ΗΠΑ κληθούν να επιλέξουν ανάμεσα στις κουρδικές πολιτοφυλακές και την Τουρκία προφανώς η τελευταία θα θεωρηθεί σημαντικότερος σύμμαχος. Επίσης, τον περασμένο Ιούλιο σε ομιλία του στο Hudson Institute δήλωσε ότι «ασφαλώς και θέλουμε να βρούμε έναν τρόπο να έχουμε μια πιο παραγωγική και θετική σχέση με την Τουρκία, όμως αυτό απαιτεί και η ίδια η τουρκική κυβέρνηση να θέλει το ίδιο». Στην ίδια ομιλία δήλωσε ότι δεν θέλει να υποβαθμίσει τις συγκρούσεις που υπάρχουν με την Τουρκία και πως μετά την εκλογή του Μπάιντεν προτεραιότητα θα είναι να συναντηθούν οι δύο ηγέτες για «μία άμεση και ανοιχτή συνομιλία». Και τέλος, λίγες μέρες πριν τις αμερικανικές εκλογές, ο Μπλίνκεν έκανε μία ανάρτηση στο Twitter σχετικά με την Τουρκία, εκφράζοντας την απογοήτευσή του σχετικά με τις δηλώσεις του Ερντογάν και του νικητή των τουρκοκυπριακών προεδρικών εκλογών, Ερσίν Τατάρ, υπέρ της λύσης των δύο κρατών στο Κυπριακό.

Οι κινήσεις προσαρμογής εκ μέρους της Τουρκίας

Απέναντι σ’ όλα τούτα, ο Ερντογάν και το σύστημά του φαίνεται να δείχνουν αρκετά γρήγορα αντανακλαστικά προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα και δημιουργίας γεφυρών με την καινούργια αμερικανική ηγεσία.  Έτσι, αν και ο Ερντογάν προτιμούσε σίγουρα μια επανεκλογή Τραμπ, η ήττα του τελευταίου δεν σημαίνει αυτόματα ραγδαία επιδείνωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων

O τούρκος πρόεδρος συνεχάρη, με μια καθυστέρηση λίγων ημερών τον Τζο Μπάιντεν για την εκλογή του, τον οποίο γνωρίζει, πάντως, καλά από την εποχή που ήταν αντιπρόεδρος του Ομπάμα. Επίσης, η τουρκική διπλωματία και τα λόμπι που έχει επιστρατεύσει στην Ουάσιγκτον κινούνται τώρα με πρώτη προτεραιότητα να διασφαλίσουν πως η νέα κυβέρνηση Μπάιντεν δεν θα επιβάλει κυρώσεις για τους S-400 και δεν θα προχωρήσει με την υπόθεση της Halkbank για τη συμμετοχή της στην διευκόλυνση του Ιράν να εξουδετερώνει τις οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ.

Στη νέα τακτική Ερντογάν μπορεί να ενταχθεί και η παραίτηση του γαμπρού του και υπουργού Οικονομίας Μπεράτ Αλμπαϊράκ. Εκτός από τις αποτυχίες οικονομικής πολιτικής που του προσάπτουν μέσα στην Τουρκία και την αλλαγή νομισματικής πολιτικής που τώρα επιχειρεί ο Ερντογάν, ο Αλμπαϊράκ ήταν γνωστός για τους προσωπικούς δεσμούς του με το περιβάλλον Τραμπ και τον περιβόητο γαμπρό και σύμβουλό του Τζάρετ Κούσνερ, ενώ το όνομά του έχει εμπλοκή και με την υπόθεση της Halkbank. Eπομένως, η απομάκρυνσή του είναι και μια κίνηση καλής θέλησης προς τη νέα αμερικανική διοίκηση.

Επιπλέον για όλους τους λόγους που προαναφέρονται, η επιλογή του Άντονι Μπλίνκεν ως υπουργού Εξωτερικών είναι μια σχετικά καθησυχαστική επιλογή για την Άγκυρα. Το φιλελεύθερο διπλωματικό κατεστημένο των ΗΠΑ, που εν πολλοίς εκφράζει, μπορεί να θελήσει να είναι πιο αυστηρό με την Τουρκία, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν επιθυμεί να την αποξενώσει από τη δυτική συμμαχία και να διοχετεύσει την γεωπολιτική και γεωοικονομκή ισχύ της προς την πλευρά της Ρωσίας ή και της Κίνας. Και οι παράμετροι θα αποτελέσουν, όπως φαίνεται, και το όριο των όποιων αμερικανικών παρεμβάσεων προς την Τουρκία για τη διόρθωση της στάσης της στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο. Όσο κι αν η «θεσμική Αμερική» κατανοεί και στηρίζει ορισμένες από τις ελληνικές και κυπριακές θέσεις, υπάρχει πάντα ένα όριο για την αντίδραση απέναντι στην Τουρκία, κι αυτό δεν αναμένεται να αλλάξει την περίοδο Μπάιντεν, όπως δεν είχε αλλάξει και την εποχή Ομπάμα.

Η υπομονή της Ευρωπαϊκής Ενωσης

Αναπροσαρμογές και επανατοποθετήσεις αναμένονται αυτή την εποχή και στις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ, μια ο κόμπος για τον Τούρκο πρόεδρο έχει έρθει στο χτένι όπως χαρακτηριστικά γράφει, η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung. «Η πολιτική στοχευμένων προκλήσεων στην αναζήτηση πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Μεσόγειο, η επιθετική, μιλιταριστική εξωτερική πολιτική από τη βόρεια Αφρική μέχρι τον νότιο Καύκασο κι ακόμη και ο τρόπος μεταχείρισης της αντιπολίτευσης στη χώρα του, που συχνά ξεπερνά κάθε όριο κράτους δικαίου, φέρνουν κάποια στιγμή  το λογαριασμό για την πολιτική του τύπου ‘κανείς δεν μπορεί να τα βάλει μαζί μου’,» σημειώνει η εφημερίδα.

Μάλιστα, στα προαναφερόμενα ήρθε να προστεθεί τις προηγούμενες μέρες το επεισόδιο μεταξύ της γερμανικής φρεγάτας «Αμβούργο» και τουρκικού φορτηγού πλοίου, όταν η πρώτη, στα πλαίσια της επιχείρησης «IRINI” της ΕΕ, προσπάθησε να ελέγξει αν το δεύτερο μετέφερε όπλα στη Λιβύη, παραβιάζοντας το διεθνές  εμπάργκο όπλων. Το τουρκικό σκάφος αρνήθηκε τη νηοψία και η Άγκυρα κατηγόρησε στη συνέχεια το γερμανικό πλοίο για απόπειρα πειρατείας, με κατευθυντήριο νου Έλληνα αξιωματικό του ναυτικού, ο οποίος συντόνιζε το συγκεκριμένο κομμάτι της επιχείρησης “IRINI”.

Οι πιθανότητες κυρώσεων

Σε ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έχει διαμορφωθεί βαρύ κλίμα για την Άγκυρα και έχουν αυξηθεί οι φωνές για την επιβολή κυρώσεων στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής στις 10 και 11 Δεκεμβρίου.

Πλην της Ελλάδας και της Κύπρου, είναι η Γαλλία και η Αυστρία που ζητούν κυρώσεις άμεσα. Το Παρίσι, μάλιστα, ενδεχομένως να θέσει στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το θέμα της συμπεριφοράς της Τουρκίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, αλλά και των προτροπών της Άγκυρας για μποϊκοτάζ των γαλλικών προϊόντων σε ορισμένες μουσουλμανικές χώρες, με φόντο την αντιπαράθεση για τα σκίτσα του προφήτη Μωάμεθ. Απ΄ την άλλη στο Βερολίνο επικρατεί εκνευρισμός μετά την αποτυχία διαμεσολάβησης και το κοινοβούλιο της Ολλανδίας ζήτησε εμπάργκο όπλων στην Τουρκία.

Ωστόσο, η Ολλανδία, μαζί με την Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία και τη Σουηδία συγκροτούν το στρατόπεδο εκείνων των χωρών που δεν επιθυμούν σκληρή αντιμετώπιση της Τουρκίας και για ίδιο όφελος και διότι θεωρούν πως δεν πρέπει να γίνουν ενέργειες που να αποκόψουν οριστικά την Άγκυρα από την Ευρώπη.  Οι υπόλοιπες 18 χώρες μέλη είτε παραμένουν ουδέτερες και είτε μετακινούνται προς τη μια ή την άλλη θέση, αναλόγως των περιστάσεων (π.χ. την αυστηρότερη στάση προς την Τουρκία έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει η Σλοβακία, η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, η Δανία, ενώ έμμεση υποστήριξη προς την Άγκυρα έχουν προσφέρει η Βουλγαρία, η Μάλτα, η Ουγγαρία, η Φινλανδία  κλπ.). Επομένως, ενώ γενικά η Τουρκία βρίσκει ολοένα και λιγότερη κατανόηση μεταξύ των εταίρων, δεν είναι βέβαιο πόσες χώρες μέλη θα συνταχθούν ακόμη και τώρα υπέρ της επιβολής κυρώσεων στην Αγκυρα, με το επιχείρημα μάλιστα πως είναι προτιμότερο να αναλάβει πρώτα η Προεδρία Μπάιντεν στις ΗΠΑ και να δώσει δείγματα για την νέα αμερικανική πολιτική σε σχέση με την Τουρκία και την Α. Μεσόγειο.  Σ’ αυτό δε το πλαίσιο, η τοποθέτηση των εταίρων στο πλευρό της Ελλάδας και της Κύπρου για το παράνομο ορισμένων ερευνητικών δραστηριοτήτων της Τουρκίας για πετρέλαιο και αέριο στην περιοχή είναι περισσότερο ρητορική και λιγότερο αποφασιστική, με εξαίρεση την υποστήριξη που παρέχουν η Γαλλία και η Αυστρία.

Τα νέα «ευρωπαϊκά ανοίγματα» της  Τουρκίας

Το τελευταίο διάστημα είναι εμφανής η προσπάθεια της τουρκικής ηγεσίας να ρίξει τους τόνους της αντιπαράθεσης με την Ευρώπη, τουλάχιστον φραστικά, με τον τούρκο πρόεδρο να μιλά για τον προσανατολισμό της χώρας του προς Δυσμάς. «Σχεδιάζουμε να χτίσουμε το μέλλον μας μαζί με την Ευρώπη», καθώς βλέπουμε τον εαυτό μας ως αναπόσπαστο κομμάτι της Ευρώπης» δήλωσε πριν λίγες μέρες ο Ερντογάν. Μάλιστα σε παρέμβασή του, μέσω βιντεοδιάσκεψης, στο συνέδριο του κόμματός του AKP, κάλεσε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε διάλογο, προσθέτοντας ότι  «αναμένουμε από την ΕΕ να τηρήσει τις υποσχέσεις της, να μην μεροληπτεί σε βάρος μας ή τουλάχιστον να μην γίνει ένα εργαλείο για τη δημιουργία εχθροτήτων εναντίον της χώρας μας

Αρκεί αυτό για να πέσει στα «μαλακά» η Άγκυρα στην επικείμενη Σύνοδο; Ξεκάθαρη απάντηση δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή. Τα μέτωπα είναι πολλά, καθώς πέρα από τις παράνομες ενέργειες στην Α.Μεσόγειο και την παραβίαση των αποφάσεων του ΟΗΕ στα Βαρόσια, υπάρχει δυσαρέσκεια και προβληματισμός για τις τουρκικές παρεμβάσεις στην Λιβύη, τη Συρία και τον Καύκασο. Π.χ. ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Υβ Λε Ντριάν, απάντησε σε όλα αυτά πως «δεν αρκεί ότι εδώ και 2-3 ημέρες, διαπιστώνουμε κατευναστικές δηλώσεις εκ μέρους του Προέδρου Ερντογάν, χρειάζονται πράξεις». Επίσης, κι αρκετές άλλες χώρες δεν θα ήθελαν να πληγεί και πάλι το κύρος της ΕΕ από αποφάσεις κατευνασμού της Άγκυρας, που μετά θα υπερκεραστούν από κινήσεις του Ερντογάν.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η κυβέρνηση παρακολουθεί με καχυποψία τις κινήσεις του Τούρκου προέδρου και επιμένει στις κυρώσεις αν δεν υπάρξουν έμπρακτες αποδείξεις για την αλλαγή στάσης. Βασική εκτίμηση της Αθήνας είναι ότι στόχος μιας προσωρινής μεταστροφής της Άγκυρας αποτελεί η αποφυγή κυρώσεων στην Σύνοδο Κορυφής και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει αμέσως μετά να επανέλθει στον δρόμο των προκλήσεων. Π.χ η ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Ενέργειας για ολοκλήρωση των ερευνών του Oruc Reis στις 29 Νοεμβρίου και την απόσυρση του από την περιοχή είναι πιθανό να εντάσσεται σε αυτή την τακτική και όχι σε μια ειλικρινή προσπάθεια να σταματήσει τις παράνομες δραστηριότητες στην Α.Μεσόγειο.

Το κλίμα στην ΕΕ ενόψει Συνόδου Κορυφής

Εν τέλει, μπορεί να επιχειρήσει κανείς να κάνει μια σύνοψη όλων των απόψεων που υπάρχουν αυτή την στιγμή στην ΕΕ μέσα από δύο δημοσιεύματα γερμανικών εφημερίδων: Το πρώτο είναι και πάλι της Süddeutsche Zeitung, η οποία διακρίνει στον Ερντογάν κάποιον πραγματισμό, που τον έχει οδηγήσει μέχρι τώρα σε ξαφνικές αλλαγές στην πολιτική του. «Υπό αυτήν την έννοια η ρήση του ότι βλέπει την Τουρκία εντός της Ευρώπης θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από την μια πλευρά με τον απαιτούμενο σκεπτικισμό. Από την άλλη όμως μέσα από οπορτουνιστικές και αμφιλεγόμενες κινήσεις προκύπτουν συχνά δυνατότητες σε πολιτικό πεδίο. Και σε σχέση με την Τουρκία ο στρατηγικός στόχος θα πρέπει να παραμείνει η παραμονή της χώρας στην Ευρώπη» επισημαίνει η εφημερίδα.

Επίσης η Augsburger Allgemeine σε δημοσίευμα της με τίτλο «Τι κρύβεται πίσω από τη νέα αγάπη του Ερντογάν για την Ευρώπη;» αναφέρει αναλυτικά στοιχεία γύρω από τη συγκρουσιακή πολιτική της Τουρκίας, τις παράνομες, όπως αποκαλεί η ΕΕ, αξιώσεις της στα παράλια των ελληνικών νησιών, τις συνεχείς παρατάσεις των Navtex για ερευνητικό της πλοίο και διαπιστώνει: «Με τη νέα ομολογία του για την Ευρώπη ο Ερντογάν θέλει να αποτρέψει τις κυρώσεις που απειλεί να επιβάλλει η ΕΕ. Κι αυτό γιατί κυρώσεις της Ευρώπης ενδέχεται να δώσουν το οριστικό χτύπημα στην ήδη κλονισμένη τουρκική οικονομία».