Τα «Μικρά Όμορφα Άλογα» του Μιχάλη Κωνσταντάτου καλπάζουν με μεγάλες προσδοκίες

Έπειτα από μια σειρά επιτυχημένες προβολές σε Ασία, Ευρώπη, Βόρεια Αμερική αλλά και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η νέα μεγάλου μήκους ταινία του Μιχάλη Κωνσταντάτου «Μικρά Όμορφα Άλογα», συναντά το κοινό της σε όλη την Ελλάδα.

Εφτά χρόνια μετά το πολυβραβευμένο ντεμπούτο του «Luton», ο Μιχάλης Κωνσταντάτος επιστρέφει με ένα βραδυφλεγές, ατμοσφαιρικό ψυχολογικό θρίλερ «για όσα δε λέγονται, αλλά καταλαβαίνουμε ότι υπάρχουν.

Όσα δεν πρόκειται ποτέ να ειπωθούν αλλά βρίσκονται πάντα εκεί για όποιον θέλει να τα δει».

Μέσα από την ιστορία ενός παντρεμένου ζευγαριού σε μια κρίσιμη καμπή της κοινής του πορείας, τα Μικρά Όμορφα Άλογα διηγούνται μια ιστορία για μεγάλες προσδοκίες και ματαιώσεις, τη λαχτάρα για συντροφικότητα και αποδοχή αλλά και τα ψέματα που κατασκευάζουμε χωρίς ν’ αντιλαμβανόμαστε ότι είναι τα ίδια εκείνα που μπορούν να μας καταστρέψουν.

Με τις κινηματογραφικές αίθουσες να παραμένουν κλειστές, η εταιρεία διανομής Feelgood σε συνεργασία με τους συντελεστές της ταινίας και τους κινηματογράφους Δαναός και Έλλη προχωρούν από τις 25 Μαρτίου έως τις 7 Απριλίου, σε μια ψηφιακή απομίμηση της φυσικής κινηματογραφικής εξόδου.

Με σλόγκαν το «Ανοίξτε τα κλειστά σινεμά στο σπίτι σας» – μια συμβολική κίνηση ευαισθητοποίησης του κόσμου και ανάδειξης των σημαντικών προβλημάτων που έχει προκαλέσει η πανδημία στον κινηματογράφο σε όλα τα επίπεδα, συνεχίζουν τη συζήτηση για την ανάγκη στήριξης του κινηματογραφικού κλάδου.

Εμείς μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο Μιχάλη Κωνσταντάτο, για τη δημιουργία της ταινίας, τα θέματα που παρουσιάζει, καθώς και το μέλλον του ελληνικού κινηματογράφου στην σκιά της πανδημίας.

Οι σπουδές σας απλώνονται σε ένα ευρύ φάσμα. Κοινωνιολογία, Αρχιτεκτονική και Σκηνοθεσία; Πώς σας κέρδισε τελικά ο κινηματογράφος;

O κινηματογράφος ήταν η αρχή και η βάση μου για να ασχοληθώ με όλα τα υπόλοιπα: η αρχική μου ανάγκη και το πρώτο μου σχέδιο.

Οι εικόνες και ο ήχος είναι ο τρόπος μου να προσλαμβάνω τον κόσμο και να αποδίδω τις σκέψεις και τα συναισθήματα μου.

Μετά από το «Luton» που κυκλοφόρησε το 2013, ποια ήταν η κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία της νέας σας ταινίας οκτώ χρόνια μετά;

Αμέσως μετά το Luton ξεκίνησα να γράφω το σενάριο για το “All the Pretty Little Horses”. To 2014 ήταν ήδη τελειωμένο το πρώτο draft του σεναρίου, το οποίο δούλεψα αρχικά μέσα στο Torino film lab.

Από τότε περίπου ξεκίνησε και η προσπάθεια χρηματοδότησης της ταινίας που κατέληξε να πραγματοποιηθεί ως συμπαραγωγή μεταξύ Ελλάδας, Βελγίου , Γερμανίας.

Όλα αυτά τα χρόνια λοιπόν δουλεύαμε με τον παραγωγό μου (Γιώργο Τσούργιαννη) για την πραγματοποίηση της ταινίας.

Μετά το Luton ήθελα να αφηγηθώ την ιστορία δύο ανθρώπων που εξαιτίας της οικονομικής κρίσης νιώθουν πως έχουν χάσει τα πάντα.

Δύο ανθρώπων που μια βίαιη αλλαγή αλλά και ο τρόπος που έχουν δομήσει τη ζωή τους μέχρι τότε τους έχουν φέρει σε μια κατάσταση να μην αναγνωρίζουν πια τους εαυτούς τους και τη σχέση τους.

Οι πρωταγωνιστές στα «Μικρά Όμορφα Άλογα» αντιπροσωπεύουν τα δύο άκρα της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης της που έζησε και συνεχίζει να ζει η Ελλάδα. Πώς έχει επηρεάσει εσάς αυτή η κρίση ως καλλιτέχνη και δημιουργό;

Δυστυχώς ένας δημιουργός σε γενικές γραμμές ζει πάντα σε μια κατάσταση κρίσης με την έννοια ότι ζει πάντα μέσα σε μια αβεβαιότητα.

Αυτό σημαίνει ότι οτιδήποτε επιβαρύνει τους υπόλοιπους κλάδους για κάποια περίοδο, επιβαρύνει διπλά τον καλλιτεχνικό κλάδο.

Γι’ αυτό και ο πολιτισμός είναι ένας χώρος που χρήζει ιδιαίτερης φροντίδας και προσοχής από την πολιτεία σε περιόδους κρίσης.

Παρακολουθώντας τα «Μικρά Όμορφα Άλογα», συνειρμικά έρχονται ίσως στους θεατές, τα «Παράσιτα» του Μπονγκ Τζουν –Χο. Υπάρχει μια τέτοια αντιστοιχία ανάμεσα στα αδιέξοδα που αντιμετωπίζουν οι δύο οικογένειες;

Το ότι δύο δημιουργοί από δύο διαμέτρου αντίθετα σημεία του πλανήτη καταπιάνονται με ένα παρόμοιο θέμα αρχικά έχει πολύ ενδιαφέρον και λέει πολλά για τα κοινά προβλήματα της εποχής μας.

Υπάρχει μια αντιστοιχία ανάμεσα στα αδιέξοδα των οικογενειών αλλά πρόκειται επίσης για μια τελείως διαφορετική αντιμετώπιση του θέματος.

Ο τόνος των δύο ταινιών είναι πολύ διαφορετικός, οι σεναριακές επιλογές τους και τέλος θα έλεγα η ηθική τους στάση απέναντι στο θέμα…

Οι βίαιες αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων, ο τρόπος που συμβαίνουν και o αντίκτυπος τους, είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος σας. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει σε αυτές;

Με ενδιαφέρει ιδιαίτερα η πτυχή του προβλήματος που αγγίζει την ψυχολογία των ανθρώπων. Είναι γεγονός πια ότι στην καθημερινότητα μας ο άνθρωπος και οι ψυχικές του ανάγκες μπαίνουν όλο και περισσότερο σε δεύτερη μοίρα.

Οι βίαιες αλλαγές δημιουργούν μια ματαίωση της προσπάθειας του ανθρώπου και ταυτόχρονα σχηματίζουν μια εικόνα αδιέξοδου για το μέλλον.

Η διαχείριση της κρίσης είναι κάτι που απαιτεί αυτογνωσία, ωριμότητα και ψυχραιμία.

Πρώτα πρέπει να αναγνωρίσεις τα λάθη σου, να τα μελετήσεις και μετά να προσπαθήσεις να τα διορθώσεις. Στην ταινία, η Αλίκη και ο Πέτρος βρίσκονται αρχικά σε μια άρνηση να δεχτούν τη νέα τους πραγματικότητα.

Ενώ μέσα τους έχουν καταρρεύσει, προσπαθούν ωστόσο να κρατήσουν όρθια την «πρόσοψη» της ζωής τους.

Αυτή η συμπεριφορά είναι αρκετά τυπική και διαδεδομένη. Ως λαός, έχουμε στα σπίτια μας τη λογική να μην ακούει ο γείτονας πως έχουμε πρόβλημα. Αυτό θέτει τα πράγματα σε εντελώς λάθος βάση. Αν έστω για μια φορά δε σταθούμε «γυμνοί» ο ένας απέναντι στον άλλον, δε θα αποκτήσουμε ποτέ πραγματικές σχέσεις.

Ποια είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια που θα κληθεί να ξεπεράσει ένας νέος δημιουργός ονειρεύεται και θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με τον κινηματογράφο;

Το μεγαλύτερο εμπόδιο φυσικά είναι οι δυσκολίες στη χρηματοδότηση ενός project. Θέλει μεγάλη υπομονή, επιμονή και πάθος για να ασχοληθεί κανείς με τον κινηματογράφο.

Η πανδημία συνεχίζει να πλήττει σκληρά και τον καλλιτεχνικό κόσμο, τεχνικούς και τις οικογένειές τους; Πώς σας βρίσκει εσάς στο σημείο αυτό;

Νομίζω όλοι βρισκόμαστε σε παρόμοιες θέσεις γιατί αποτελούμε όλοι κομμάτια μιας αλυσίδας. Το ζήτημα δεν είναι ποιον πλήττει περισσότερο ή λιγότερο η κρίση της πανδημίας, αλλά ότι θα έπρεπε να υπάρχει από την πολιτεία ένα οργανωμένο σχέδιο όχι μόνο για αυτή την περίοδο αλλά και για το άμεσο μέλλον.

Τότε τα πράγματα θα είναι ακόμα χειρότερα για τον κλάδο μας και δυστυχώς μέχρι τώρα δεν φαίνεται να υπάρχει κανένα σχέδιο διάσωσης.

Ποιες οι σκέψεις σας για την πορεία και το μέλλον του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου;

Ο ελληνικός κινηματογράφος έχει πολλούς ταλαντούχους ανθρώπους, οι οποίοι με πάθος και αυτοθυσία δουλεύουν και έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν μια μεγάλη δυναμική πορεία.

Το μέλλον του όμως εξαρτάται από το να καταλάβουν αυτοί που βρίσκονται στις καρέκλες των αποφάσεων, ότι δεν κάνουμε το χόμπι μας αλλά αντίθετα, δουλεύουμε σκληρά και στοχευμένα για ένα υψηλής αισθητικής αποτέλεσμα και για μια εξαγώγιμη, ανταγωνιστική παραγωγή.

Δεν γίνεται ό,τι χτίζεται από τους ανθρώπους του κινηματογράφου να έρχεται ανά περιόδους και να γκρεμίζεται από ανθρώπους σε υπεύθυνες θέσεις, που ωστόσο δε γνωρίζουν σε βάθος το χώρο του κινηματογράφου και τις ανάγκες του.

Η ταυτότητα της ταινίας «Μικρά Όμορφα Άλογα»:

Σενάριο/Σκηνοθεσία:  Μιχάλης Κωνσταντάτος

Παραγωγός: Γιώργος Τσούργιαννης

Συμπαραγωγοί: Dries Phlypo, Jean-Claude Van Rijckeghem, Fabian Massah, Elie Meirovitz

Διεύθυνση Φωτογραφίας:  Γιάννης Φώτου GSC

Μοντάζ:  Γιώργος Μαυροψαρίδης ACE, Μυρτώ Καρρά

Μουσική: Liesa Van Der Aa

Ήχος:  Γιάννης Αντύπας

Σχεδιασμός Ήχου: Jan Schermer

Casting Directors: Χριστίνα Ακζώτη Alex Kelly

Σκηνικά: Δανάη Ελευσινιώτη

Κοστούμια: Βασιλεία Ροζάνα

Μακιγιάζ: Κυριακή Μελίδου

Παραγωγή Horsefly Productions

Σε συμπαραγωγή με:  A Private View, Massah Film, EΡΤ, EZ Films.

Με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, Eurimages, The Belgian Federal Government’s Tax Shelter Programme, Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας  Συνεργάτες παραγωγοί Peter Warnier – Wild At Art, Νίκος Μούτσελος – Δύο Τριάντα Πέντε, Blind Spot, Φώτης Φώτου, View Studio