Το παρασκήνιο της Νέας Υόρκης – Τι συζητείται πίσω από τις κλειστές πόρτες σε Αθήνα και Αγκυρα

Γράφουν Ελένη Ευαγγελοδήμου και Αλεξάνδρα Φωτάκη

Παρασκήνιο 48 ωρών, εξελισσόμενο ταυτόχρονα σε Αθήνα και Αγκυρα, συνόδευσε την ευθεία αναφορά του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν – που εκτάκτως κινητοποίησε την ελληνική πλευρά – σε μία, κατά τον ίδιο, προγραμματισμένη συνάντησή του επί αμερικανικού εδάφους με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Νέα δεδομένα πιθανώς να προκύψουν σήμερα, μία μέρα προτού ο Πρωθυπουργός φτάσει στις ΗΠΑ για την 76η γενική συνέλευση του ΟΗΕ, καθώς χρονικά περιθώρια υπάρχουν, ενώ το πρωθυπουργικό πρόγραμμα επαφών παρέμενε χθες υπό διαμόρφωση.

Το βέβαιο είναι ότι η «ανάγνωση» των εξελίξεων άρχισε να γίνεται σε κλειστές συζητήσεις του Πρωθυπουργού με επιτελείς του αμέσως μόλις ο τούρκος πρόεδρος σχεδόν ανακοίνωσε το ραντεβού κορυφής και, χωρίς περαιτέρω λεπτομέρειες, επιβιβάστηκε στο αεροσκάφος για τη Νέα Υόρκη. Την αρχική αντίδραση της Αθήνας ότι «δεν συμπίπτουν καν τα προγράμματα» διαδέχθηκε το «αν υποβληθεί αίτημα της Αγκυρας θα εξετασθεί διπλωματικά και πιθανότατα θα απαντηθεί θετικά». Ετσι  η ελληνική πλευρά έσπευσε να… επιστρέψει το μπαλάκι, χωρίς πρόθεση του Μητσοτάκη να βρεθεί νωρίτερα στις ΗΠΑ. Επομένως οποιαδήποτε εξέλιξη προϋποθέτει αλλαγή προγράμματος της τουρκικής προεδρίας. Και τέτοια ενημέρωση δεν είχε το Μαξίμου έως χθες το βράδυ.

Τι επιδιώκει ο Ερντογάν

Η κυβέρνηση «διαβάζει» ενόχληση της Αγκυρας απέναντι σε κινήσεις της Ελλάδας που προσβλέπουν σε ενίσχυση του πολιτικού και γεωστρατηγικού ρόλου της αλλά και προσπάθειά της να «ελέγξει», όπως έλεγαν αρμόδιες πηγές, «τα δικά της ανοιχτά μέτωπά της». Είναι ενδεικτικό το ήπιων τόνων μήνυμα που θέλησε να εκπέμψει ο Ερντογάν στην κυβέρνηση Μπάιντεν, περιγράφοντας την Τουρκία και τις ΗΠΑ ως συμμαχικές χώρες με σχέσεις που στηρίζονται σε κοινές αξίες και συμφέροντα. Στα ελληνοτουρκικά, το περιβάλλον ελεγχόμενης έντασης, κυβερνητικοί αξιωματούχοι βλέπουν πίεση της Τουρκίας και επιστροφή της σε τροχιά έντασης – στη ρητορική και στο πεδίο. Η Τουρκία δείχνει αποφασισμένη να συνεχίσει το blame game εναντίον της Αθήνας, στοχεύοντας και στο εσωτερικό της ακροατήριο, αλλά και να μη δείξει υποχώρηση στις διεκδικήσεις της. Επί του παρόντος βέβαια οι προκλήσεις δεν φτάνουν την ένταση του 2020 και επιτρέπουν να διατηρούνται ανοιχτοί οι διάδρομοι επικοινωνίας  σε ανώτατο επίπεδο (Μαξίμου – Ακ Σαράι) και σε επίπεδο υπουργείων Εξωτερικών.

Διπλωματικές πηγές διαβάζουν άλλωστε την ανάγκη συνέχισης του διαλόγου, σημειώνοντας ταυτόχρονα την ανάγκη της Τουρκίας να δείξει «καλό πρόσωπο». Ασφαλείς πληροφορίες των «ΝΕΩΝ» αναφέρουν ότι και οι συνεννοήσεις για τον επόμενο γύρο των διερευνητικών επαφών στην Αγκυρα πιθανότατα τον Οκτώβριο συνεχίζονται, εν αναμονή της ανακοίνωσης της ημερομηνίας. Για «πολιτική με γρήγορα αντανακλαστικά» μίλησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, ενώ τη σταθερή στάση της Ελλάδας «στο πεδίο του διεθνούς ορθού λόγου», ανέδειξε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, τονίζοντας («Σκάι») ότι «αν υπάρξει κλιμάκωση εκ μέρους της Τουρκίας, θα υπάρξει ανάλογη αντίδραση».

Η ερώτηση – πάσα

Ξεχωριστή βαρύτητα έχει πάντως ο τρόπος που ο Ερντογάν επέλεξε να εμφανίσει ως κλειδωμένο ένα ραντεβού κορυφής. Η ερώτηση που του έδωσε «πάσα» έγινε από το κρατικό πρακτορείο «Αναντολού» με προσανατολισμό στο Προσφυγικό. Και δεν είχε τυχαία… εισαγωγή. Ο δημοσιογράφος αναφέρθηκε σε μία αποστροφή του Μητσοτάκη (στο Reuters) και ρωτούσε τον τούρκο πρόεδρο αν θα στείλει κάποιο μήνυμα από την έδρα του ΟΗΕ. «Νομίζω ότι συμφωνήσαμε ότι είναι πολύ σημαντικό να κρατήσουμε πρόσφυγες και μετανάστες όσο πιο κοντά γίνεται στην πατρίδα τους» ήταν το σχόλιο του Μητσοτάκη στο Reuters ενώ είχε προσθέσει ότι «είναι λογικό» η ΕΕ να συνδράμει τη γειτονική χώρα. Ενημερωμένες πηγές βλέπουν διάθεση ή έστω περιθώρια – σε αυτή τη φάση τουλάχιστον –  οι προκλήσεις του Μεταναστευτικού να μετατραπούν από πεδίο έντασης σε αφορμή «μετώπου» με την Ελλάδα, με το βλέμμα και στην ΕΕ.

Τουρκικές πηγές επιμένουν ότι οι δηλώσεις Ερντογάν δεν γίνονται τυχαία, εξού και «ζυγίζονται» τα μηνύματά του προς τη Δύση αλλά και η σπουδή του να προβάλλει την τουρκική διάθεση για διάλογο. Από την πλευρά της η Αθήνα επιμένει να προτάσσει ως «μείζονος σημασίας» τις συμφωνίες των ηγετών της EUMED ενόσω στην Αγκυρα παρακολουθούν το σύνολο των διπλωματικών επαφών της Αθήνας, με την επίσκεψη Δένδια στην Ουάσιγκτον για την υπογραφή της Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας – ΗΠΑ να μπαίνει επίσης στο επίκεντρο.