Το νόημα της εργασίας

Στον διεθνή οικονομικό Τύπο αναδεικνύεται το ζήτημα της έλλειψης εργαζομένων που παρατηρείται σε διάφορες οικονομίες που τώρα μπαίνουν ξανά σε αναπτυξιακούς ρυθμούς. Πέραν συγκυριακών συνθηκών, όπως ήταν η απομάκρυνση σημαντικού αριθμού ξένων οδηγών από τη Βρετανία εξαιτίας του Brexit που δημιούργησε πρόβλημα στις μεταφορές, οι περισσότεροι παραπέμπουν σε μια εκ νέου ιεράρχηση από τη μεριά των εργαζομένων των προτεραιοτήτων και των αναγκών ύστερα από την περίοδο της πανδημίας, καθώς ο αναγκαστικός αναστοχασμός που επέβαλε ο εγκλεισμός τους έκανε να εκτιμήσουν την αξία του ελεύθερου χρόνου, των διαπροσωπικών σχέσεων και της δημιουργικότητας.

Βεβαίως σε άλλες περιπτώσεις – που δεν αφορούν τόσο τα στρώματα της «μεσαίας τάξης» με υψηλό μορφωτικό κεφάλαιο που παρότι τα αντιμετωπίζουμε ως κοινωνικό «ιδεότυπο» απέχουν από το να είναι πλειοψηφικά παγκοσμίως – το πρόβλημα έχει να κάνει με τα ίδια τα χαρακτηριστικά των προσφερόμενων.

Η επιμονή στη συμπίεση των μισθών, η αντίληψη της ευελιξίας ως αδιάλειπτης διαθεσιμότητας προς εργασία με αδιαφορία για τις επιπτώσεις στη ζωή του εργαζομένου, η διαρκής πίεση για απόδοση σε συνδυασμό με τη συστηματική υπονόμευση των μορφών συλλογικής διεκδίκησης, μάλλον δεν συνιστούν ακριβώς ιδανική συνθήκη εργασίας και μπορούν να εξηγήσουν την ανάλογη απροθυμία, την ώρα που η έλλειψη εργαζομένων δημιουργεί από μόνη της πίεση για προσφορά καλύτερων όρων εργασίας.

Η περίοδος της πανδημίας έδειξε προς στιγμή να εκτιμάται ξανά η κεντρικότητα της εργασίας ύστερα από μια μακρά περίοδο όπου η «επιχειρηματικότητα» είχε προταχθεί ως δρόμος μιας μάλλον στρεβλής αντίληψης της πραγμάτωσης ως «επιτυχίας».

Από την εξύμνηση των εργαζομένων της «πρώτης γραμμής» μέχρι την ανάληψη από τα κράτη σημαντικού μέρους του κόστους μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης των εργαζομένων σε αναγκαστική αργία, φάνηκε για ένα διάστημα ότι υπήρχε μια επανεκτίμηση του ρόλου που έχει στις σύγχρονες κοινωνίες η εργαζόμενη μισθωτή πλειονότητα. Η επιστροφή στην αντιμετώπιση της εργασίας ως κόστους προς μείωση μάλλον ως επικίνδυνος αναχρονισμός πρέπει να αντιμετωπιστεί.