Ειδήσεις στο μπλέντερ

Δύο ήταν χθες τα καλά οικονομικά νέα και ένα το άσχημο. Το παράδοξο ήταν ότι οι περισσότεροι που άκουσαν το άσχημο τους φάνηκε για καλό, ενώ ελάχιστη σημασία έδωσαν στα δύο εξαιρετικά καλά νέα.

Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί σχεδόν διθυραμβικά απέδωσαν τα εύσημα στην κυβέρνηση για τις μεταρρυθμιστικές της προσπάθειες παρά τις δυσκολίες που προκάλεσαν η πανδημία και οι πυρκαγιές. Επί της ουσίας επιβραβεύτηκε η σωστή ταξινόμηση – επιτέλους – των λειτουργικών δαπανών του στενού κράτους. Αλλά και το άνοιγμα της αγοράς της ενέργειας, παρά τις μεγάλες ανατιμήσεις που τη συνόδευσαν. Η 12η μεταμνημονιακή αξιολόγηση συνοδεύτηκε και από ρευστό, της τάξεως των 767 εκατ. ευρώ. Καθόλου άσχημα. Μας δίνει καλή θέση εκκίνησης στη συζήτηση για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο μετά το 2022.

Το δεύτερο καλό νέο είναι ότι και οι αγορές αξιολογούν το ίδιο καλά τη χώρα. Οπως παρατηρεί ο επικεφαλής του τμήματος αναλύσεων της Τράπεζας Πειραιώς Ηλίας Λεκκός, τα περίφημα ελληνικά CDS (ασφάλιστρα κινδύνου για όσους τα ξέχασαν) τιμολογούν τη χώρα σε επίπεδα επενδυτικής βαθμίδας. Προεξοφλείται δηλαδή το λογικό και ευπρόσδεκτο, ότι σε εύλογο χρονικό διάστημα οι οίκοι αξιολόγησης θα καλύψουν τις δύο βαθμίδες που μας απομένουν για να βελτιωθεί το αξιόχρεό μας και αυτόματα να μας φύγει η ανασφάλεια τι θα γίνει όταν θα αλλάξει ρότα η ΕΚΤ.

Το κακό νέο για την ελληνική οικονομία, που κάποιοι το είδαν με καλό μάτι, είναι ότι η τουρκική δεν τα πάει καλά. Προφανώς τα έχουμε με λάθος τρόπο ορισμένα πράγματα στο μυαλό μας και χαιρόμαστε όταν «καίγεται» το σπίτι του γείτονα. Κι όμως από τη θύελλα στην οποία έχει μπει η τουρκική οικονομία έχουμε να χάσουμε περισσότερα, παρά να κερδίσουμε.

Η Ελλάδα έχει θετικό ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών με την Τουρκία. Αυτό σημαίνει ότι εξάγουμε σε αυτήν περισσότερα από αυτά που εισάγουμε. Είμαστε μάλιστα η πρώτη χώρα σε εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρώπη. Η τέταρτη σε μέγεθος αγορά για τα ελληνικά προϊόντα είναι η τουρκική. Τι εξάγουμε; Από επεξεργασμένο πετρέλαιο, μέχρι εκκοκκισμένο βαμβάκι. Και από λιπάσματα και καλώδια, μέχρι αλουμίνιο και αμνοερίφια. Εξάγουμε και υπηρεσίες, καθώς τα ελληνικά νησιά από τα Δωδεκάνησα μέχρι τη Μύκονο γεμίζουν κάθε χρόνο από τούρκους τουρίστες. Ολα αυτά τα προϊόντα και οι υπηρεσίες πλέον θα είναι πανάκριβα για τους τούρκους πολίτες, δεδομένου ότι διακινούνται σε ευρώ. Αυτό σημαίνει λιγότερες εξαγωγές ελληνικών προϊόντων, λιγότεροι τούρκοι τουρίστες στην Ελλάδα. Αντίθετα η Τουρκία από την υποτίμηση του νομίσματός της μόνο έχει να κερδίσει από το διμερές εμπόριο, καθώς όλα τα τουρκικά προϊόντα θα έρχονται φθηνότερα στην Ελλάδα. Αντίστοιχα η πλάστιγγα από την πώληση προϊόντων ή υπηρεσιών σε ανταγωνιστικές τρίτες αγορές, γέρνει υπερβολικά υπέρ της Τουρκίας.

Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι ο βρετανικός Τύπος κάλυψε το θέμα της οικονομικής κρίσης της Τουρκίας από την πλευρά της τουριστικής κίνησης. Οι Βρετανοί αγαπούν τα θέρετρα στις μικρασιατικές ακτές όσο και αυτά στα ελληνικά νησιά. Ο «Independent» προέβλεψε ότι η διολίσθηση της λίρας θα συνεχιστεί. Αρα οι βρετανοί τουρίστες έχουν μόνο να κερδίσουν ξοδεύοντας τις ισχυρές βρετανικές τους λίρες για να αγοράσουν υπηρεσίες στην τιμή των φτηνών τουρκικών λιρών. Από μόνο του ως επιχείρημα αποτελεί ξεκάθαρο πλεονέκτημα για την Τουρκία, ενόψει της νέας τουριστικής περιόδου. Η οικονομική ειδησεογραφία των ημερών δείχνει πόσα λίγα μάθαμε από το παρελθόν. Συνεχίζουμε να ρίχνουμε στο μπλέντερ όλες τις ειδήσεις χωρίς πραγματική αίσθηση των πραγμάτων…