Καρδιά και μουσική: Νιώσε τον ρυθμό!

Γράφει ο Θανάσης Δρίτσας*

Όλοι σχεδόν οι πολιτισμοί τοποθετούν στην παλλόμενη καρδιά την αρχή και το τέλος της ζωής και θεωρούν την καρδιά ένα ευρύτερο «ηλιακής φύσεως» κέντρο – παρόμοιο ίσως με τον ήλιο σε ό,τι αφορά το Σύμπαν -, το οποίο βηματοδοτεί και συντηρεί όλες τις ζωτικές ανθρώπινες λειτουργίες. Η καρδιά στους περισσότερους πολιτισμούς θεωρείται όχι μόνο τροφοδότης της ζωής και των βιολογικών λειτουργιών αλλά κέντρο των συναισθημάτων και των παθών. Επίσης αποδίδονται συχνά στην καρδιά ιδιότητες που την καθιστούν ένα κέντρο ευρύτερης και ιδιαίτερης νόησης, το οποίο συνδέεται με την κατανόηση μιας βαθύτερης υπαρξιακής αλήθειας και αυτογνωσίας την οποία συνιστά η λεγόμενη «καρδιακή γνώση». Σύμφωνα με την αριστοτελική θεώρηση η καρδιά εκτελούσε και τις ανώτερες νοητικές λειτουργίες, τις οποίες στη συνέχεια ο Ιπποκράτης και οι μαθητές του απέδωσαν ορθότερα στη λειτουργία του εγκεφάλου. Μάλιστα ο ιδανικός στόχος της ασκητικής και πνευματικής ζωής στην ελληνική ορθόδοξη παράδοση αποτελεί η συγχώνευση ορθού λόγου και συναισθημάτων, η οποία έχει διατυπωθεί θεολογικά ως η κάθοδος του «Νου» και η εγκατάστασή του μέσα στην «Καρδιά».

Παλμός ζωής

Επιπλέον ο καρδιακός παλμός συνιστά το ρυθμικό πρότυπο και το υπόστρωμα πάνω στο οποίο ξετυλίγεται η μελωδική ιστορία της ζωής. Το έμβρυο ακούει τον ρυθμικό ήχο της καρδιάς της μητέρας περίπου 26 εκατομμύρια φορές. Η αίσθηση αυτού του ρυθμού ασκεί ένα είδος προστασίας στον άνθρωπο, συνδέεται με την ασφάλεια που παρέχει το μητρικό περιβάλλον και είναι μεγάλης σημασίας για τη ζωή και την ανάπτυξή μας. Σύγχρονοι ερευνητές, καθοδηγούμενοι από την απλή παρατήρηση ότι πολλές νέες μητέρες δείχνουν προτίμηση στο να κρατούν τα βρέφη στην αριστερή πλευρά του θώρακα, κοντά στην καρδιά, ανέλυσαν έναν πολύ μεγάλο αριθμό από φωτογραφίες και εικαστικές αναπαραστάσεις του ζεύγους μητέρας-βρέφους. Περίπου το 80% αυτών των εικόνων έδειξε ότι πράγματι οι μητέρες κρατούσαν τα βρέφη στην αριστερή πλευρά του στήθους, δίπλα στην καρδιά. Μάλιστα οι σύγχρονοι μουσικοθεραπευτές χρησιμοποιούν ηχογραφημένους καρδιακούς ήχους της μητέρας (womb sounds) προκειμένου να ηρεμήσουν τα νεογνά και τα βρέφη σε μονάδες εντατικής φροντίδας. Ετσι αποδεικνύεται ότι ο καρδιακός παλμός αποτυπώνεται μέσα μας ήδη από το εμβρυϊκό στάδιο και μας ακολουθεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας.

Ρυθμός και φυσιολογία

Υπάρχει, όπως προκύπτει από την επιστημονική έρευνα στο αντικείμενο, ένας βιολογικός μηχανισμός συγχρονισμού της λειτουργίας του αυτόνομου νευρικού συστήματος με το μουσικό τέμπο, δηλαδή το ρυθμικό υπόστρωμα μιας μουσικής. Ετσι όταν ακούμε ένα κομμάτι με γρήγορο τέμπο αυξάνεται και η καρδιακή συχνότητα (ο ρυθμός της καρδιάς μας) ενώ όταν ακούμε ένα κομμάτι με αργό τέμπο μειώνεται αντίστοιχα η καρδιακή συχνότητα. Ο ιταλός ερευνητής Bernardi έχει δημοσιεύσει μια σημαντική μελέτη (2012) στο κορυφαίο επιστημονικό περιοδικό «Circulation» που αποδεικνύει ότι ο αυτόνομος τόνος (συμπαθητικό-παρασυμπαθητικό σύστημα) μεταβάλλεται συγχρονισμένα με τον ρυθμό της μουσικής, δηλαδή οι γρήγοροι μουσικοί ρυθμοί ενεργοποιούν περισσότερο το συμπαθητικό σύστημα ενώ οι αργοί ρυθμοί ενεργοποιούν περισσότερο το παρασυμπαθητικό σύστημα. Η επιστημονική ομάδα των Namdar και συνεργατών μελέτησε το 2014 την επίδραση αργού και γρήγορου μουσικού ρυθμού (tempo) στην καρδιακή συχνότητα σε υγιείς και υπερτασικούς άνδρες ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους. Εξωστρεφείς χαρακτήρες με υπέρταση έδειξαν μεγαλύτερη μείωση της αρτηριακής πίεσης και της καρδιακής συχνότητας όταν άκουγαν μουσική αργού τέμπο σε σχέση με εσωστρεφείς υπερτασικούς. Παρόμοια αντίδραση στον μουσικό ρυθμό κατεγράφη και σε υγιή μη υπερτασικά άτομα. Η μελέτη αυτή αποδεικνύει ότι χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μπορούν να διαφοροποιήσουν την επίδραση μουσικών ερεθισμάτων στο κυκλοφορικό σύστημα.

Καρδιακή ανταπόκριση

Η οικειότητα και η θετική διάθεση-προτίμηση απέναντι στο μουσικό άκουσμα μπορούν επίσης να παίξουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά την επίδραση της μουσικής σε παραμέτρους της καρδιακής λειτουργίας. Οι επιστήμονες Trappe και Voit μελέτησαν (2016) την επίδραση της ακρόασης κομματιών των W.A Mozart, J. Strauss και του δημοφιλούς συγκροτήματος ABBA σε παραμέτρους της καρδιακής λειτουργίας. Η μελέτη τους έδειξε ότι η μουσική των Mozart και Strauss προκάλεσε αξιοσημείωτη ελάττωση της καρδιακής συχνότητας και της αρτηριακής πίεσης ενώ η μουσική των ABBA δεν άσκησε σημαντική επίδραση στις ίδιες παραμέτρους. Μάλιστα η μουσική του Mozart έδειξε τη μεγαλύτερη επίδραση, έχουν βέβαια προηγηθεί αρκετές μελέτες που προτείνουν τη μουσική του Mozart ως ιδανική για την εισαγωγή χαλάρωσης αλλά χωρίς σαφή θεμελίωση του μηχανισμού. Φαίνεται ότι η μουσική που μας αρέσει ασκεί μεγαλύτερες βιολογικές επιδράσεις όχι μόνον στο κυκλοφορικό σύστημα αλλά και σε επίπεδο νευρο-ορμονικό. Ενα μουσικό κομμάτι ήρεμο, ονειρικό και αργού τέμπο αυξάνει τη χαλάρωση, ενεργοποιεί το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα, προκαλεί ευεργετική διαστολή των αγγείων, μειώνει τα επίπεδα της αδρεναλίνης και της κορτιζόλης στο αίμα, περιορίζει τις επιπτώσεις του stress.

Σύγχρονες επιστημονικές μελέτες αποδεικνύουν την (από αρχής του πολιτισμού) πανανθρώπινη αλήθεια της έκφρασης «νιώσε τον ρυθμό» (feel the beat), διότι οι μεταβολές του μουσικού ρυθμού αντανακλώνται στις μεταβολές του καρδιακού παλμού. Υπάρχει, όπως αποδεικνύεται, σημαντική αλληλεπίδραση μεταξύ καρδιάς και μουσικής. Η σχέση του καρδιακού παλμού με τον μουσικό παλμό-ρυθμό είναι ισχυρή, αρχέγονη και υποσυνείδητη, μη ελεγχόμενη από τη βούληση. Μάλιστα λέμε «νιώσε τον ρυθμό» και όχι «νιώσε τη μελωδία» διότι η επίδραση του ρυθμού εκφράζεται άμεσα ως σωματική εμπειρία ενώ για τη μελωδία δεν ισχύει αυτό.

*Ο κ. Θανάσης Δρίτσας είναι καρδιολόγος, αναπληρωτής διευθυντής, Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, συνθέτης και συγγραφέας, μέλος της Διεθνούς Ενωσης Μουσικής και Ιατρικής (International Association of Music and Medicine).